|
Κοινωνία και Ψυχική Υγεία
Είναι συνηθισμένο το φαινόμενο, η κοινωνία να αποδίδει σε θαύμα την μικρή ή μεγάλη επιτυχία των ατόμων με ψυχοσυναισθηματικές δυσκολίες. Στον αντίποδα, όταν τα άτομα αυτά αποτύχουν σε μία δραστηριότητα, τότε η κοινωνία επιβεβαιώνει την αρχική της εκτίμηση, η οποία θεωρεί ότι τα άτομα αυτά είναι αδύναμα τόσο σωματικά όσο και ψυχικά. Από τα παραπάνω, φαίνεται ότι η κοινωνία δημιουργεί συγκεκριμένες προσδοκίες και αντιλήψεις για αυτούς τους ανθρώπους και νοηματοδοτεί με δεδομένο τρόπο την επιτυχία και την αποτυχία τους.
Η χρήση των λέξεων «τρελός» και «σχιζοφρενής» ενισχύει τα, ήδη καλά δομημένα, στερεότυπα και προκαταλήψεις σχετικά με την ψυχική πάθηση. Έτσι λοιπόν, ο λεκτικός τρόπος έκφρασης της κοινωνίας απέναντι στους ψυχικά πάσχοντες φανερώνει, με έκδηλο τρόπο, τη σχέση αυτών των δύο «υποκειμένων». Συχνά τα άτομα με ψυχοσυναισθηματικές δυσκολίες, τείνουν να περιθωριοποιούνται και να στιγματίζονται.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι οι ψυχικά πάσχοντες είναι φορείς δικαιωμάτων αλλά και ικανοτήτων. Επιπρόσθετα, οι ανισότητες δύναται να αμβλυνθούν με τη βοήθεια και την αρωγή ενός ισχυρού Εθνικού Νομοθετικού πλαισίου κατά των διακρίσεων και την ενεργό συμμετοχή τόσο των ψυχικά πασχόντων όσο και των οικογενειών τους (Σύλλογοι Οικογενειών και Φίλων Ψυχικά Πασχόντων), στον αποστιγματισμό της ψυχικής νόσου και εν γένει των διακρίσεων.
Ο ρόλος των επαγγελματιών ψυχικής υγείας, είτε είναι θεραπευτικός είτε είναι ενημερωτικός, έχει ιδιαίτερη βαρύτητα. Ο σεβασμός της ανθρώπινης προσωπικότητας και η αναγνώριση ίσων δικαιωμάτων για όλους αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά κάθε δημοκρατικής και ευνομούμενης κοινωνίας η οποία επιδιώκει την συνοχή και την αλληλεγγύη. Ο αποκλεισμός λοιπόν, οποιασδήποτε μειονοτικής ομάδας, εγκυμονεί κινδύνους και έκφραση ακραίων αντικοινωνικών συμπεριφορών. Ακόμα, η αποδοχή και η ανοχή στη διαφορετικότητα είναι οι βασικοί άξονες για μία κοινωνία μη-ξενοφοβική.
Η ανάπτυξη Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης (Κοι.Σ.Π.Ε.) αποτελεί ένα μεγάλο στοίχημα για την ένταξη (ή την επανένταξη) των ψυχικά πασχόντων στην κοινότητα. Σε μία υλιστική-καταναλωτική κοινωνία, ο ρόλος της εργασίας είναι διττός: αφενός μεν προσφέρει οικονομική δυνατότητα, επάρκεια στον εργαζόμενο αφετέρου δε συμβάλει στον αποστιγματισμό του ψυχικά πάσχοντα.
Σύμφωνα με την Έκθεση για την Παγκόσμια Υγεία (2001), περίπου 450 εκατομμύρια άτομα σε όλο τον κόσμο υποφέρουν από κάποια ψυχική διαταραχή. Γίνεται λοιπόν, κατανοητό ότι η ψυχική υγεία και η ψυχιατρική περίθαλψη πρέπει να βρεθούν στο επίκεντρο της πολιτικής ατζέντας και του πολιτικού σχεδιασμού για κοινωνική πολιτική και «υγιείς» πολιτικές. Η αύξηση της χρηματοδότησης από μόνη της δεν επαρκεί. Είναι βέβαια, βασικό συστατικό και αναγκαία συνθήκη για την υλοποίηση της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης. Το δύσκολο εγχείρημα όμως, σχετίζεται με την κινητοποίηση της κοινωνίας, η οποία πρέπει να αποβάλει τους παράλογους φόβους και να λειτουργήσει θεραπευτικά για τον ασθενή.
Μία ευαισθητοποιημένη κοινωνία ανέχεται και εντάσσει το διαφορετικό, χωρίς να εμμένει σε στερεότυπα και προκαταλήψεις. Όσον αφορά τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, αυτά διαμορφώνουν τις αντιλήψεις των τηλεθεατών-μελών της κοινωνίας απέναντι στην ψυχική υγεία. Οι ταινίες που προβάλουν τους σχιζοφρενείς δολοφόνους, τροφοδοτούν περαιτέρω την υπάρχουσα φοβική κατάσταση. Αντίθετα, κάποιες άλλες ταινίες που θίγουν την πραγματική πλευρά των ψυχικά πασχόντων (Για παράδειγμα: RainMan - O Άνθρωπος της Βροχής, 1988) έχουν ως απόληξη να σπάσουν τα φοβικά δεσμά της κοινωνίας με την ψυχική νόσο.
Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι τα επίπεδα ψυχοπαθολογίας έχουν αυξηθεί σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία. Σε αυτό συνέβαλε τα μέγιστα ο σύγχρονος-έντονος τρόπος ζωής, οι κοινωνικές, οικονομικές συνθήκες κ.α. Σε αρκετές λοιπόν, χώρες (κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής) η επίσκεψη σε δομές ψυχικής υγείας δεν αποτελεί ταμπού ή στίγμα. Φαίνεται μάλιστα, να είναι της μόδας οι άνθρωποι να επισκέπτονται κάποιο ψυχοθεραπευτή, στοιχείο που δηλώνει άμεσα ή έμμεσα οικονομική ισχύ. Σε κάθε περίπτωση, οι παραδοσιακές αντιλήψεις και η απόδοση της ψυχικής πάθησης σε παραφυσικά αίτια πρέπει να μείνουν στη σφαίρα του παρελθόντος. Η ιδεολογική αναδιοργάνωση της κοινωνίας απέναντι στη ψυχική υγεία είναι απαραίτητη, όπως επίσης και η απαλλαγή από παράλογες φοβικές αντιδράσεις.
Τσαγκαράκης Βαλεντίνος Σπύρος
Η χρήση των λέξεων «τρελός» και «σχιζοφρενής» ενισχύει τα, ήδη καλά δομημένα, στερεότυπα και προκαταλήψεις σχετικά με την ψυχική πάθηση. Έτσι λοιπόν, ο λεκτικός τρόπος έκφρασης της κοινωνίας απέναντι στους ψυχικά πάσχοντες φανερώνει, με έκδηλο τρόπο, τη σχέση αυτών των δύο «υποκειμένων». Συχνά τα άτομα με ψυχοσυναισθηματικές δυσκολίες, τείνουν να περιθωριοποιούνται και να στιγματίζονται.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι οι ψυχικά πάσχοντες είναι φορείς δικαιωμάτων αλλά και ικανοτήτων. Επιπρόσθετα, οι ανισότητες δύναται να αμβλυνθούν με τη βοήθεια και την αρωγή ενός ισχυρού Εθνικού Νομοθετικού πλαισίου κατά των διακρίσεων και την ενεργό συμμετοχή τόσο των ψυχικά πασχόντων όσο και των οικογενειών τους (Σύλλογοι Οικογενειών και Φίλων Ψυχικά Πασχόντων), στον αποστιγματισμό της ψυχικής νόσου και εν γένει των διακρίσεων.
Ο ρόλος των επαγγελματιών ψυχικής υγείας, είτε είναι θεραπευτικός είτε είναι ενημερωτικός, έχει ιδιαίτερη βαρύτητα. Ο σεβασμός της ανθρώπινης προσωπικότητας και η αναγνώριση ίσων δικαιωμάτων για όλους αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά κάθε δημοκρατικής και ευνομούμενης κοινωνίας η οποία επιδιώκει την συνοχή και την αλληλεγγύη. Ο αποκλεισμός λοιπόν, οποιασδήποτε μειονοτικής ομάδας, εγκυμονεί κινδύνους και έκφραση ακραίων αντικοινωνικών συμπεριφορών. Ακόμα, η αποδοχή και η ανοχή στη διαφορετικότητα είναι οι βασικοί άξονες για μία κοινωνία μη-ξενοφοβική.
Η ανάπτυξη Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης (Κοι.Σ.Π.Ε.) αποτελεί ένα μεγάλο στοίχημα για την ένταξη (ή την επανένταξη) των ψυχικά πασχόντων στην κοινότητα. Σε μία υλιστική-καταναλωτική κοινωνία, ο ρόλος της εργασίας είναι διττός: αφενός μεν προσφέρει οικονομική δυνατότητα, επάρκεια στον εργαζόμενο αφετέρου δε συμβάλει στον αποστιγματισμό του ψυχικά πάσχοντα.
Σύμφωνα με την Έκθεση για την Παγκόσμια Υγεία (2001), περίπου 450 εκατομμύρια άτομα σε όλο τον κόσμο υποφέρουν από κάποια ψυχική διαταραχή. Γίνεται λοιπόν, κατανοητό ότι η ψυχική υγεία και η ψυχιατρική περίθαλψη πρέπει να βρεθούν στο επίκεντρο της πολιτικής ατζέντας και του πολιτικού σχεδιασμού για κοινωνική πολιτική και «υγιείς» πολιτικές. Η αύξηση της χρηματοδότησης από μόνη της δεν επαρκεί. Είναι βέβαια, βασικό συστατικό και αναγκαία συνθήκη για την υλοποίηση της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης. Το δύσκολο εγχείρημα όμως, σχετίζεται με την κινητοποίηση της κοινωνίας, η οποία πρέπει να αποβάλει τους παράλογους φόβους και να λειτουργήσει θεραπευτικά για τον ασθενή.
Μία ευαισθητοποιημένη κοινωνία ανέχεται και εντάσσει το διαφορετικό, χωρίς να εμμένει σε στερεότυπα και προκαταλήψεις. Όσον αφορά τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, αυτά διαμορφώνουν τις αντιλήψεις των τηλεθεατών-μελών της κοινωνίας απέναντι στην ψυχική υγεία. Οι ταινίες που προβάλουν τους σχιζοφρενείς δολοφόνους, τροφοδοτούν περαιτέρω την υπάρχουσα φοβική κατάσταση. Αντίθετα, κάποιες άλλες ταινίες που θίγουν την πραγματική πλευρά των ψυχικά πασχόντων (Για παράδειγμα: RainMan - O Άνθρωπος της Βροχής, 1988) έχουν ως απόληξη να σπάσουν τα φοβικά δεσμά της κοινωνίας με την ψυχική νόσο.
Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι τα επίπεδα ψυχοπαθολογίας έχουν αυξηθεί σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία. Σε αυτό συνέβαλε τα μέγιστα ο σύγχρονος-έντονος τρόπος ζωής, οι κοινωνικές, οικονομικές συνθήκες κ.α. Σε αρκετές λοιπόν, χώρες (κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής) η επίσκεψη σε δομές ψυχικής υγείας δεν αποτελεί ταμπού ή στίγμα. Φαίνεται μάλιστα, να είναι της μόδας οι άνθρωποι να επισκέπτονται κάποιο ψυχοθεραπευτή, στοιχείο που δηλώνει άμεσα ή έμμεσα οικονομική ισχύ. Σε κάθε περίπτωση, οι παραδοσιακές αντιλήψεις και η απόδοση της ψυχικής πάθησης σε παραφυσικά αίτια πρέπει να μείνουν στη σφαίρα του παρελθόντος. Η ιδεολογική αναδιοργάνωση της κοινωνίας απέναντι στη ψυχική υγεία είναι απαραίτητη, όπως επίσης και η απαλλαγή από παράλογες φοβικές αντιδράσεις.
Τσαγκαράκης Βαλεντίνος Σπύρος
|
|